ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

Δεν έφτασε η δημοτική κοινωνία ως εδώ κατά τύχη

Τι χαρά και ευλογία που είναι η έμπνευση! Πώς αλλάζει ο λόγος μας και γίνεται πιο κοφτερός και από λεπίδι. Γιατί, μη μου πείτε ότι δεν είναι τρομερό που η δύναμη της γλώσσας μπορεί να πλάθει Λέξεις όπως «Σισέ»;
Ας προσέξουμε, όμως, καλύτερα την αίτια που κρύβεται πίσω από μια τέτοια γλωσσοπλαστική ανάγκη. Διότι δεν είναι και πολύ ενθαρρυντικό όσα αναφέρονται στη συνέχεια...
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο οχετός της ελληνικής δημοτικής κοινωνίας έσπασε, απλώνεται στην επιφάνεια και αναδίδει μια διαρκώς εντονότερη δυσωδία. Καταβάλλονται απεγνωσμένες προσπάθειες από τις διάφορες ομάδες εξουσίας, θεσμοθετημένες και παράλληλες, να σκεπάσουν τη βρώμα που ενοχλεί τον περίγυρο, δίχως ωστόσο να θέτουν σε κίνδυνο το δίκτυο του οχετού, από το οποίο ζουν και πλουτίζουν, προς δόξα κάθε παραλογισμούς, απατεωνιάς και ξιπασιάς.
Σ’ αυτό το περιβάλλον, εκείνα που έρχονται στο φως {ας είναι πρωτάκουστα, αδιανόητα και εκρηκτικό) δεν είναι παρά ένα ελάχιστο κομμάτι εκείνων που παραμένουν στο σκότος και δεν πρέπει να γίνουν γνωστά, ως τη στιγμή που βολεύει να κοινοποιηθούν, προς επιβεβαίωση ότι τα απορρίμματα κυριαρχούν και αποτελούν ανεξάντλητο απόθεμα. Δημόσιες Υπηρεσίες Κοινής Ωφελείας, συλλήβδην και αθρόως, λιγότερο ή περισσότερο, είναι μέρος του δικτύου μιας απίστευτης και αναπτυσσόμενης ρύπανσης.
Το ερώτημα «τι συμβαίνει πια;» δεν απαντάται ποτέ σύμφωνα με αλήθειες, αλλά σύμφωνα με τις δεδομένες αρχές των πορνείων της «διαφάνειας», της «πληροφόρησης» και του «διαλόγου», όπου τα ίδια προσωπεία, με τις ίδιες λέξεις και διαστροφές, με το ίδια σύνδρομα ρητορικής, κομπασμού και παντογνωσίας, αδειάζουν τον εμετό τους, βέβαια ότι αυτή η οσμή καλύπτει τη δυσωδία του οχετού.
Απέναντι σε μια τέτοια καταιγίδα, ο μόνος που δεν έχει λόγο, είναι ο δημότης, που τρέχει για να επιβιώσει, επειδή η ώρα του δεν έχει φτάσει να χαθεί από προσώπου γης, ας τον καταδιώκουν η εφορία, τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης, το χαρτομάνι, η κερδοσκοπία, ο σαδισμός της προόδου και της ανάπτυξης,
κάθε τέτοιο σαρκοβόρο που ξεπετιέται στο δρόμο του και ουρλιάζει «Σισέ», υποχρεώνοντας τον να ερμηνεύσει το περιεχόμενο αυτής της σοφίας και να λάβει το σχήμα της αν δεν θέλει να καταλήξει στη φυλακή ή την αυτοκτονία.
Δεν έφτασε η δημοτική κοινωνία ως εδώ κατά τύχη. Αυτά που συμβαίνουν δείχνουν πως τα θεμέλιο της ύπαρξης της στηρίχθηκαν σε μια συσσώρευση αυταπάτης που η ίδιο γέννησε, γαλούχησε και εξακολουθεί να κολακεύει. Η πρώτη αυταπάτη είναι αυτό που αποκαλείται «δημότης» δεν είναι άλλο από ένα ασταθές μόρφωμα, δίχως διάθεση να υπηρετήσει μακροχρόνιους στόχους προτιμώντας να αποκομίσει άμεσο όφελος από πελατειακές σχέσεις με την πολιτική και την παραοικονομία. Αυτή η αυταπάτη, εθνικός μύθος, επιβλήθηκε από τη μεταπολίτευση και μετά, μέσα οπό ένα «σοσιαλιστικό» εξάμβλωμα, το οποίο επινόησε κατευθυντήριες γραμμές, που άκουγαν στο όνομα «αλλαγή», «μικρομεσαίοι», «κοινωνικοποίηση» και άλλα τέτοια κενά ουσίας και περιεχομένου, παροτρύνσεις όμως, λεηλασίας και χρηματισμού. Αυτή ακριβώς η αυταπάτη ευτέλισε ειλικρινείς αγώνες και θυσίες γενεών, που, χάρης το μεγαλείο τους, οικοδόμησαν την έννοια του έθνους, του κράτους της κοινωνικής πρόνοιας.
Η δεύτερη αυταπάτη, είναι αυτό που αποκαλείται «πολίτης - δημότης» δεν είναι άλλο από ένα σύνολο απαίδευτων μονάδων, κάθε μία από τις οποίες εκδικείται κατά το σύστημα το παρελθόν της τον ίδιο τον εαυτό της συνευρίσκεται με το «Σισέ!», που τη δυναστεύει και, ως αρνάκι άσπρο και παχύ, της μάνας του καμάρι, βγαίνει στην εξοχή και στο χλωρό χορτάρι της κατανάλωσης, ενισχύοντας τον οχετό που βλέπουμε, με την κάπρο των σκουπιδιών του, είτε πρόκειται για Λέξεις είτε για συμπεριφορές είτε για εκδηλώσεις συλλογικές, δείγματα μιας ατέλειωτης σειράς αποτυχιών, που συρρικνώνουν την υπόσταση του.
Αυτή η αυταπάτη θωπεύεται από φληναφήματα του είδους «κοινωνία των δημοτών», «αποκέντρωση» και λοιπά, τα οποία ως κωδικό μηνύματα προς κάθε κατεύθυνση, καλούν κάθε πιστό να προσέλθει, προς ενίσχυση της τάξης των «λαμογιών», των
«επωνύμων», των «αεριτζήδων», προς εξυπηρέτηση του «Σισέ!».
Η τρίτη αυταπάτη, είναι η επινόηση μιας παράδοσης συναδέλφων που περνάει οπό «εκσυγχρονιστές» και φτάνει σε «μεγάλους» (θλιβερά «ξέκωλα» κτλ.), οι οποίοι εξαργυρώνουν τίτλους με τις αθλιότητες της πονηριάς της αναρρίχησης σε θέσεις εξουσίας όπου το εφήμερο ανάγεται σε διαρκές και το έντιμο σε μειονέκτημα. Αυτή η παράδοση βρίσκει λαμπρό πεδίο στη δημοτική πολιτική, που έχει λάβει τη μορφή επαγγέλματος μέσο από περίτεχνες παραταξιακές διαδικασίες οι οποίες καλουπώνουν τα «στελέχη« και τους «ηγέτες» στο πλαίσιο μιας εικονικής πραγματικότητας, που το «Σισέ!» επιβάλλεται να είναι στοιχείο της καθημερινότητας του δημοτικού βίου, της προσδοκίας του ονείρου.
Οι τρεις αυταπάτες που αναφέρθηκαν, είναι τρία κακά της μοίρας μας τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, τρεις και το λαδόξυδο, τρεις Χάριτες τρεις Σωματοφύλακες τρεις πιστολέρος (ο καλός, ο κακός και ο άσχημος), Αγία Τριάδα ομοούσιος και αδιαίρετος.
Αν υπάρχει ψήγμα αλήθειας σε όλα αυτά, το ερώτημα «τι κάνουμε λοιπόν;», έχει μια και μόνη απάντηση: παριστάνουμε πως είμαστε λαός πολίτης δημότης ήρωας και σύντροφος ζούμε προγκαροντάς τον οχετό με τις πράξεις και την ψυχή μας δημιουργώντας τον τρόπο ότι έχουμε συμβιβαστεί. Τα νήπια στο σώμα και το πνεύμα, αυτά τα νήπια της μιζέριας και της αποφοράς δεν αξίζουν να τα πετροβολήσεις να χάσεις το χρόνο σου να τα σκεφτείς και να τους αντιμιλήσεις.
Ας έχουν τη μόνη αυταπάτη που μπορεί να τα ξεκάνει: ότι αυτό που θέλουν, αυτό είναι η κοινωνία μας και α καθένας από εμάς. Ας ζουν με τον τρόμο ότι βρίσκουν οπαδούς κι όχι αντίσταση. Ας αφήνουν τον οχετό τους να τα κολακεύει και να τα απειλεί. Εκεί μέσα θα πεθάνουν.
Αξίζει συνεπώς να ζήσουμε, για να απολαύσουμε το τέλος τους. Να κιόλας που τσαλίμια, τσαλαβουτήματα, τσάτσοι, τσάτσες τσουτσέδες, τσα μπουκαλήδες τσαλαπετεινοί, τσαρλατάνοι, σκοντάφτουν στον Τσαλικίδη.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

This is a comment.